Ἐπαναπροσδιορισμός τῆς ζωῆς μας»
Τά λόγια τοῦ Κυρίου, σάν ἄνεμος δυνατός, σκορπίζουν τήν πυκνή συννεφιά τῆς πλεονεξίας, πού χρόνια τώρα πλάκωνε τήν ψυχή τοῦἀρχιτελώνου. Ὁ Ζακχαῖος ἀρχίζει νά βλέπει καθαρά πιά τή ζωή του. Ἀπό τή σκέψη του διαβαίνουν διαδοχικά οἱ τόσοι καί τόσοι πού εἶχεἀδικήσει, οἱ χῆρες καί τά ὀρφανά, πού ἀνάλγητα ἔδιωχνε ὅτανζητοῦσαν τήν βοήθειά του. Τούς βλέπει νά περνοῦν πικραμένοι, μέτόν πόνο στήν καρδιά, μέ τήν ἀγανάκτηση στά στήθη. Στριφογυρίζουν τριγύρω του, σάν μιά φοβερή ἁλυσίδα, τόν τυλίγουν καί τόν σέρνουν μακρυά ἀπό τόν ἅγιο Φιλοξενούμενό του.
Πρέπει νά τή σπάσει αὐτή τή φρικτή ἁλυσίδα τῆς ἀδικίας καί τῆςἐνοχῆς, πού μόνος του σφυρηλάτησε, πού τόν κρατᾶ μακρυά ἀπό τόνΧριστό. Σέ μιά στιγμή μπροστά σέ ὅλους ἀποφασιστικά ἀναγγέλει: «Κύριε ἔκλεψα, ἐκμεταλλεύτηκα πολλούς, χρόνια τώρα. Ἀλλάμετανοῶ, θ’ ἀλλάξω Κύριε, ἀλλάζω τώρα. Τά μισά ἀπ’ τά ὑπάρχοντάμου τά δίνω ἐλεημοσύνη στούς φτωχούς. Καί ὅσους ἔβλαψα, τούς ἀποζημιώνω, στό τετραπλάσιο». Τά λόγια αὐτά τοῦ Ζακχαίου δένἀνήκουν σέ μιά μακρινή ἱστορία ἀδιάφορη γιά τήν ἐποχή μας. Εἶναιἕνα μήνυμα γιά ὅλους μας. Ὅλοι ἐσεῖς μᾶς λέει, πού εἴχατε τήν τιμή νά γνωρίσετε τόν Χριστό, ὅλοι ἐσεῖς πού λαχταρᾶτε τή σωτηρία σας, ἀκοῦστε με, μόνο μέ ἕναν τρόπο θά τήν ἐξασφαλίσετε: Ἀναθεωρεῖστε.
Μήν ἐπαναπαύεσθε στά πλούτη σας. Μήν ξεγελᾶτε τούς ἑαυτούςσας μέ τίς φευγαλέες χαρές, πού δίνουν οἱ τίτλοι, τά ἀξιώματα, καί τάὑλικά ἀγαθά. Τραβῆξτε ἀπό ἐμπρός σας τό παραπέτασμα τῆςφιλαυτίας, πού σᾶς κλείνει τόν ὁρίζοντα καί δεῖτε.
Πολλά ἀπό τ’ ἀγαθά σας, ἄν εἶχαν φωνή, θά σᾶς φώναζαν, ὅπωςκαί σέ μένα τότε: «Δέν εἴμαστε δικά σου. Ἀνήκουμε σ’ ἐκείνους πού ἐκμεταλλεύθηκες, πού τούς πούλησες τό ἐμπόρευμά σου μέ ψεύτικο ζύγι, ἤ σέ ὑπέρογκη τιμή. Δέν εἴμαστε δικά σου! Ἀνήκουμε στάφτωχά παιδιά, πού δέν ἔχουν ψωμί καί ξυλιάζουν σέ μία ἄθλιατρώγλη. Ἀνήκουμε στόν ἄρρωστο, πού λιώνει χωρίς φάρμακα καίγιατρό. Ἀνήκουμε στόν φτωχό παραγωγό, πού τοῦ πῆρες τά προϊόντα σέ ἐξευτελιστική τιμή, γιά νά βγάλεις ἐσύ σέ λίγες μέρες, ὅ,τι ἐκεῖνοςδέν μπορεῖ νά κερδίσει μέ ὁλόκληρη ζωή σκληρῆς δουλειᾶς.
Νά σταματήσουμε πιά τήν ἐκμετάλλευση καί τήν ἀδικία, ὅποιαμορφή καί ἄν ἔχει καί νά ἀρχίσουμε μιά νέα ζωή μιμούμενοι τόνἀρχιτελώνη τῆς Ἱεριχοῦς. Νά σπάσουμε μέ ἀποφασιστικά χτυπήματα τά δεσμά τῆς ἀδικίας, νά πλησιάσουμε περισσότερο τόν Χριστό,