ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΜΑΡΩΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ
ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΗΣ 20–11-2022
«Η ΠΝΕΟΝΕΞΙΑ»
Μέ τόν χαρακτηρισμό «Ἄφρων» προσφωνεῖ τόνπλεονέκτη πλούσιο ὁ Χριστός στή σημερινή εὐαγγελικήπερικοπή. «Ἂφρων, αὐτή τή νύχτα τελειώνει ἡ ζωή σου, Τί θά τά κάνεις ὅλα αὐτά, πού μέ νοσηρή ἰδιοτέλειαθησαύρισες; Σέ ποιόν θά τά ἀφήσης;». Ὁ χαρακτηρισμός αὐτός, πού χρησιμοποιεῖ ό Κύριος γιά τόν ἄπληστοπλούσιο, μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι ή πλεονεξία εἶναι ἀληθινήἀρρώστεια πού δέν ἀφήνει τόν ἄνθρωπο νά ἡρεμήσει καίνά χαρεῖ. «Καί διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ». Τά ὃρια στάὁποῖα κλείνονται οἱ σκέψεις του καί οἱ προοπτικές του, εἶναι ἡ λέξη «ἐγώ»
Αὐτὸ θὰ κάνω: θὰ κατεδαφίσω τὶς ἀποθῆκες μου καί θὰ κτίσω μεγαλύτερες καὶ θὰ συγκεντρώσω ἐκεῖ ὅλατὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθὰ μου». Λὲς καὶ μόνος του τὰ γέννησε, τὰ φύτεψε, τὰ πότισε, τὰ μάζεψε. Γι’ αὐτὸνδὲν ὑπάρχουν ἐργάτες ποὺ δούλεψαν, γῆ, βροχή, ἄνεμοιποὺ βοήθησαν. Ὅλα τὰ βλέπει σὰν γεννήματά του. Γι’ αὐτό, ἀφοῦ τὰ συνάξει, σκέπτεται νὰ πεῖ: «Ψυχή, ἔχειςπολλὰ ἀγαθά, γιὰ πολλὰ χρόνια·ἀναπαύσου, φάγε, πίε, εὐφραίνου». Ἐδῶ πλέον κορυφώνεται ἡ παράκρουση: «Ψυχή, φάγε, πίε»…
Μὰ τί λοιπὸν εἶναι ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη; Ἔτσιἱκανοποιεῖται; Μὲ σιτάρι καὶ κρασί; Τὰ πάντα βρίσκονται σὲ μιὰ φοβερὴ σύγχυση στὸν ἄνθρωπο ποὺκλείνεται ἀποκλειστικὰ στὸν ἑαυτό του, ποὺ σκέπτεται μόνο τὸ ἄτομό του, ποὺ ἀγνοεῖ τούς ἄλλους καὶ ἀγνοεῖτὸν Θεό. Νομίζει ὅτι ἀσφαλίσθηκε στὸ φρούριο τοῦ«ἐγώ» του, ἐνῶ στὴν πραγματικότητα τὸ φρούριο αὐτὸγίνεται ἡ φυλακή του. Πολλοὶ δυστυχῶς καὶ στὴν ἐποχὴμας ζοῦν μέσα σ’ αὐτὴ τὴ σύγχυση. Συγκεντρώνουν χρήματα, κτήματα, περιουσίες, γιὰ νὰ τὰ ἀπολαύσουνμόνοι τους ἢ τὸ πολὺ–πολὺ μέσα σ’ ἕνα μικρό, στενὸοἰκογενειακὸ περιβάλλον, χωρίς νά ἐνδιαφέρονταικαθόλου γιά τίς ἀνάγκες τῆς κοινωνίας, γιά τόν πόνο καίτήν πείνα, πού μαστίζουν τούς συναθρώπους τους.
Μιά δεύτερη πραγματικότητα πού διαφεύγει ἀπότόν ἄνθρωπο τῆς σημερινῆς περικοπῆς εἶναι, ὅτιἀδυνατεῖ νά καταλάβει πώς δέν εἶναι μόνιμος στήν γῆ. Ὅσα καί ἀν κατορθώνουμε νά συγκεντρώσουμε δένπρόκειται νά παραμείνουν γιά πάντα στά χέρια μας. Χρήματα, θέσεις, ἀξιώματα, ὑλικά ἀγαθά ἐξυπηρετοῦνἁπλῶς τή ζωή. Ὅμως αὐτά δέν εἶναι ὁ σκοπός, τό τέρμα της, οὔτε πολύ περισσότερο αὐτή ἡ ἴδια ἡ ζωή. Καί εἶναιἀληθινή ἀφροσύνη νά δίνεις σ’ αὐτά τήν ψυχή σου, νά βλέπεις μόνο ἕνα μικρό τμῆμα τῆς ζωῆς σου, τό γήινο καί νά ἀγνοεῖς τήν συνέχεια της.
Περαστικοί εἴμαστε ἀπ‘ αὐτὴ τὴ γῆ ἀδελφοί. Ἂς τὸσκεπτόμαστε συχνότερα αὐτό. «Ἀτμίς γάρ ἔσται ἡ ζωή ἡ πρός ὀλίγον φαινομένη, ἔπειτα δέ ἀφανιζομένη»